- πρόστριψις
- πρόστριψιςrubbingfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προστρίψει — πρόστριψις rubbing fem nom/voc/acc dual (attic epic) προστρίψεϊ , πρόστριψις rubbing fem dat sg (epic) πρόστριψις rubbing fem dat sg (attic ionic) προστρί̱ψει , προστρίβω rub on aor subj act 3rd sg (epic) προστρί̱ψει , προστρίβω rub on fut ind… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προστρίψεις — πρόστριψις rubbing fem nom/voc pl (attic epic) πρόστριψις rubbing fem nom/acc pl (attic) προστρί̱ψεις , προστρίβω rub on aor subj act 2nd sg (epic) προστρί̱ψεις , προστρίβω rub on fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προστρίψεσιν — πρόστριψις rubbing fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρόστριψη — η / πρόστριψις, ίψεως, ΝΑ [προστρίβω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού προστρίβω, η τριβή δύο πραγμάτων μεταξύ τους («τῶν ὑποζυγίων τὰ τριχώματα γίνεται λευκὰ ἐκ προστρίψεων τῆς ἀστράβης», Αριστοτ.) … Dictionary of Greek
προστρίψεως — προστρίψεω̆ς , πρόστριψις rubbing fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προστρίψῃ — προστρίψηι , πρόστριψις rubbing fem dat sg (epic) προστρί̱ψῃ , προστρίβω rub on aor subj mid 2nd sg προστρί̱ψῃ , προστρίβω rub on aor subj act 3rd sg προστρί̱ψῃ , προστρίβω rub on fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)